Η μέτρηση οστικής πυκνότητας μας επιτρέπει να δούμε αν κάποιος έχει φυσιολογική οστική πυκνότητα, οστεοπενία ή οστεοπόρωση. Αποτελεί την μοναδική μέθοδο μέσω της οποίας γίνεται η διάγνωση της οστεοπόρωσης. Όσο χαμηλότερη οστική πυκνότητα υπάρχει τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος κατάγματος.
Η εξέταση αυτή βοηθάει:
- Να μάθουμε αν υπάρχουν αδύναμα και εύθραυστα οστά, προτού υπάρξει κάταγμα,
- Να εκτιμήσουμε τον κίνδυνο κατάγματος οστού στο μέλλον
- Να εκτιμήσουμε αν η οστική μάζα βελτιώνεται, μένει στα ίδια επίπεδα ή χειροτερεύει
- Να εκτιμήσουμε την αποτελεσματικότητα της φαρμακευτικής αγωγής και να παρθούν αποφάσεις για την συνέχιση, διακοπή ή τροποποίησή της